Έχεις σκεφτεί ποτέ πως το αποτέλεσμα που φέρνεις δεν έχει απαραίτητα σχέση με την ουσία των λεγομένων σου (δηλαδή με αυτά που λες), αλλά με τον τρόπο που παρουσιάζεις κάτι, καθώς και με το σύνολο αυτού που παρουσιάζεις μέσα από τις εκφράσεις του προσώπου, τις κινήσεις, τη στάση του σώματός σου, και τη γενικότερη εικόνα σου; σίγουρα είναι σημαντικό να έχεις αυτοπεποίθηση, η οποία συνήθως προκύπτει από τη γνώση και την εμπειρία ή ακόμα και από κάποια χαρακτηριστικά προσωπικότητας. Ωστόσο, είναι πάντα βέβαιο ότι η συνολική σου παρουσίαση αντικατοπτρίζει αυτήν ακριβώς την αυτοπεποίθηση που διατείνεσαι ότι σε χαρακτηρίζει; …
Η συναισθηματική επεξεργασία των ερεθισμάτων, η συναισθηματική ένταση και αίσθηση καθρεπτίζονται μεμιάς στις εκφράσεις του προσώπου ή στις μικρο-εκφράσεις. Είναι ακριβώς αυτές οι εκφράσεις που δίδουν μηνύματα στους άλλους, μηνύματα ικανά να προξενήσουν ιδιαίτερο συναισθηματικό ενδιαφέρον και να γεννήσουν την ενσυναίσθηση (των άλλων) απέναντί μας, την τάση να μπουν στα παπούτσια, στο ρόλο μας, σε αυτό που “νιώθουμε” (ή θέλουμε να δείξουμε ότι νιώθουμε).
Το πρόσωπο και οι εκφράσεις αποτελούν ένα είδος “ρουφιάνου”, αλλά και ” χρήσιμου εργαλείου”. Εξαρτάται από το κατά πόσον κανείς είναι εκπαιδευμένος σχετικά. Ο κόσμος συνηθίζει να λέει “τα μάτια δεν λένε ποτέ ψέματα”. Κι όντως, η πρόταση αυτή ενέχει ποσοστό αλήθειας. Οι εκφράσεις του προσώπου αποκαλύπτουν πολλά, αν ξέρει κανείς να τις διαβάσει. Παρομοίως, θα μπορούσαν να δώσουν μηνύματα κατ’ επιλογήν, αν κανείς γνωρίζει πώς να χειριστεί την κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση: τα συναισθήματα βγαίνουν με κάποιον τρόπο προς τα έξω και ναι, είναι σημαντικά, διότι αποτελούν θετικές ή αρνητικές εμπειρίες κι έχουν άμεση σύνδεση με μια εσωτερική, ψυχολογική δραστηριότητα γεννώντας τελικά σκέψεις, περαιτέρω συναισθηματικές αντιδράσεις, αλλά και συμπεριφορές σε εμάς, αλλά και στο περιβάλλον.
Κάποιες κινήσεις στα μάτια, στα βλέφαρα, στη μύτη, στα χείλη δίνουν μηνύματα. Διαφορετικά μηνύματα κάθε φορά, αλλά ναι, μπορούν και δίνουν μηνύματα. Δείχνουν ίσως μια διαφωνία, μια αμφισβήτηση, μια έντονη συμφωνία ή τον αποτροπιασμό ή περισυλλογή ή ερευνητική διάθεση ή απορία κλπ. Σε κάθε περίπτωση κάποιος έχει τη δυνατότητα να δώσει ένα μήνυμα χωρίς να μιλήσει, μόνο με μια κίνηση, η οποία μάλιστα μπορεί να λάβει ύπαρξη οικειοθελώς και ελεγχόμενα ή αυθορμήτως κι ανεξέλεγκτα εντός δευτερολέπτων προδίδοντας το τι συμβαίνει εσωτερικά. Συναισθήματα όπως η δυσπιστία, η λύπη, ο φόβος, η άρνηση είτε ακόμα και η περιφρόνηση συνήθως δεν κρύβονται. Ακόμα και η αληθινή χαρά. Ε, ναι, ειδικά αυτή δεν κρύβεται και “φωνάζει” ότι είναι αληθινή (ή ψεύτικη, μια “χαρά ή συμπάθεια ευγενείας”). Υπάρχει το αυθεντικό χαμόγελο με συγκεκριμένα μικρο-χαρακτηριστικά. Υπάρχει και το γνωστό χαμόγελο “με το τσιγκέλι” που θα έλεγε και η …γιαγιά μας, ένα χαμόγελο που “πρέπει” να φαίνεται ως τέτοιο, αλλά δεν αντιστοιχεί σε κάποια αληθινή χαρά επί της ουσίας.
Μπορούμε να έχουμε απολύτως τον έλεγχο; η αλήθεια είναι ότι σε κάποια συναισθήματα που ως εμπειρία λειτουργούν αυτόματα, μάλλον όχι. Κι αυτά τα συναισθήματα τείνουν σε κλάσματα δευτερολέπτου να δώσουν το παρόν με κάποια μικρο έκφραση στο πρόσωπό μας, κάτι το οποίο πολλές φορές δεν αντιλαμβανόμαστε κι εμείς οι ίδιοι τη στιγμή που γίνεται.
Υπάρχουν ίσως κάποιοι “ενδείκτες” για το ψέμα στα μάτια ή στη γενικότερη εικόνα του προσώπου; ναι, φυσικά και υπάρχουν και γίνονται περισσότερο “ορατοί” από εκπαιδευμένους παρατηρητές, αλλά και σ’ ένα συνδυαστικό πλαίσιο με άλλα στοιχεία συμπεριφοράς. Το να υπάρχει βλεμματική επαφή σημαίνει άραγε οπωσδήποτε μια ενδιαφέρουσα, ποιοτική επικοινωνία; υπάρχουν τρόποι να διαγνώσει κανείς μια εσωτερική νευρικότητα ή αντίσταση είτε, αντίστροφα, μια καλή επαφή με το συνομιλητή;
Συναισθήματα όπως εμπιστοσύνη, αφοσίωση, ανασφάλεια, άγχος, απόρριψη- αποστροφή, επιθετικότητα και τόσα άλλα που βιώνουμε εντός μας γίνονται αντιληπτά από τον περίγυρο είτε το θέλουμε είτε όχι, αρκεί να υπάρχουν μάτια να τα παρατηρήσουν και να τα προσμετρήσουν. Με την ίδια λογική, υπάρχουν τρόποι να μελετήσει και να διδαχτεί κανείς, βήμα προς βήμα, το πώς μπορεί να δίνει τα μηνύματα που θέλει αναλόγως, και να προσπαθεί, αν μη τι άλλο, να ελέγχει – τιθασεύει τις αντιδράσεις που δεν είναι επιθυμητές ως “μαρτυρίες” διάθεσης / σκέψης / εσωτερικής στάσης κλπ.
Δεν ξεχνάμε, φυσικά, ότι αυτό που δίνει κανείς ως ερέθισμα (πομπός) αναλαμβάνεται από τον απέναντι (λήπτη) μέσα από ειδικό φιλτράρισμα. Συνεπώς η ίδια λέξη / φράση / συμπεριφορά θα μπορούσε να εκληφθεί διαφορετικά αναλόγως του ποιος είναι ο άνθρωπος που ακούει / βλέπει / ερμηνεύει. Η επεξεργασία ενός ερεθίσματος, εξ’ άλλου, είναι τόσο υποσυνείδητη μέσα από συναισθηματικές οδούς, όσο και συνειδητή, μέσα από έναν έλεγχο της λογικής διεργασίας και των φίλτρων που έχει κανείς στην αντιληπτική του φαρέτρα. Το μήνυμα (λέξη / εικόνα / συμπεριφορά ) δεν είναι κάτι αντικειμενικό. Είναι οντότητα που περνά μέσα από φίλτρα επεξεργασίας και αντίληψης για να ερμηνευτεί ως “ένα Χ μήνυμα”. Μάλιστα, το τι προσέχει, πού εστιάζει και τι παραλείπει κανείς στο μήνυμα έχει άμεση σχέση με σειρά προκαταλήψεων και προτιμήσεων, κάποιες από τις οποίες επιδρούν ασχέτως της βούλησης καθενός.
Ας προβληματιστούμε, λοιπόν.
α) είμαστε ή μπορούμε να προσπαθούμε να είμαστε (πιο) αντικειμενικοί στις κρίσεις / αποφάσεις / παρατηρήσεις μας όσον αφορά στα ερεθίσματα που λαμβάνουμε από τον περίγυρο;
β) μπορούμε στ’ αλήθεια να είμαστε αντικειμενικοί όσον αφορά στην εικόνα που δίνουμε προς τα έξω εμείς οι ίδιοι στην κρίση / παρατήρηση για τον εαυτό μας;
γ) υπάρχει τρόπος να εκπαιδευτούμε καταλλήλως, έτσι ώστε να μπορούμε να γίνουμε πιο προσεκτικοί / ές σχετικά με την αντικειμενικότητα σε αυτό που λαμβάνουμε ως μήνυμα;
δ) υπάρχει τρόπος να εκπαιδευτούμε καταλλήλως, έτσι ώστε να μπορούμε να ελέγξουμε κι εμείς από την πλευρά μας τα μηνύματα που περνάμε προς τα έξω, όχι μόνο με συνειδητές επιλογές λέξεων / φράσεων / περιεχομένου, αλλά και μέσα από το γενικότερο “σκανάρισμα” και “φρενάρισμα” των συναισθημάτων που “τρέχουν” και “μαρτυρούν” πιο γρήγορα από την ίδια μας την επιθυμητή επιλογή παρουσίασης;
Η εξειδίκευσή μου στην Εγκληματολογική Ψυχολογία με ικανοποίησε ιδιαιτέρως, ανάμεσα στα άλλα, και γιατί μου έδωσε κάποιες θετικές απαντήσεις στα τέσσερα ως άνω ερωτήματα. Είναι αυτονόητο πως θαύματα δεν γίνονται, δεν υπάρχουν απόλυτα συμπεράσματα και παράλληλα χρειάζεται σκληρή, μεθοδική, σοβαρή και μετρημένη δουλειά για να υπάρχουν αποτελέσματα. Όμως, όσο υπάρχουμε κάποιοι/ες που θέλουμε να εργαζόμαστε και να προσπαθούμε συμβουλευτικά – εκπαιδευτικά, τόσο τα πράγματα αποδεικνύονται πιο διαχειρίσιμα, γιατί υπάρχει και κόσμος (που συμβουλεύεται και) που επιθυμεί να μπαίνει σε νέες οδούς διαχείρισης και προόδου.
Η προσπάθεια για αυτοέλεγχο σε ειδικά “σημεία συμπεριφοράς”, αλλά και για αναλυτική – προσεκτική παρατήρηση κι εκτίμηση ανθρώπων και καταστάσεων είναι πολύτιμη σε μια σειρά από καταστάσεις, τόσο στο επαγγελματικό πεδίο, όσο και στις προσωπικές σχέσεις.
Leave a Reply